Παρασκευή 6 Μαρτίου 2015

« Η ΒΙΩΣΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΣΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΤΗΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥΠΟΛΗ ΖΩΓΡΑΦΟΥ»








« Η ΒΙΩΣΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΣΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ  ΣΤΗΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥΠΟΛΗ ΖΩΓΡΑΦΟΥ»






Η Φιλοσοφική Σχολή Ε.Κ.Π.Α Αθηνών.  Αναφορά στο έργο των αρχιτεκτόνων Λ.Καλυβίτη και Γιώργος Λεονάρδου.

Οι αρχιτέκτονες Λ.Καλυβίτης και Γιώργος Λεονάρδος σπούδασαν αρχιτεκτονική στην Σχολή του Ε.Μ.Π. στο διάστημα 1958-63 με δασκάλους μεταξύ των άλλων τον Ι. Δεσποτόπουλο ( ο οποίος είχε θητεύσει και στο Bauhaus και γνώριζε τις αρχές του μοντέρνου κινήματος), τον Κ. Φινέ και τον Γιάννο Πολίτη. Ανήκουν στην δεύτερη μετα-πολεμική γενιά αρχιτεκτόνων που μεταφέρουν στην δημόσια αρχιτεκτονική  το κορμπυζιανό ιδίωμα. Τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των αρχιτεκτονημάτων τους που αναγιγνώσκονται  και στο παρών είναι  η προτεραιότητα στην έκθεση της δομής και την χρήση του ανεπί-χριστου μπετόν, γλυπτική επεξεργασία του κελύφους και πλέγματα ηλιοπροστασίας, χειρισμός του φωτός, χρωματι-κές παλέτες και βέβαια, μια χειρονακτική αντιμετώπιση της κατασκευής με την προσωπική εμπλοκή στο εργοτάξιο.[1]
Στην σειρά των πανεπιστημιακών κτιρίων που σχεδιάζονται από τους ίδιους στην δεκαετία του ’80 και ’90 ανήκει και το συγκρότημα της Φιλοσοφικής Αθηνών  στην Πανεπιστημιούπολη Ζωγράφου (1982-1987) σε συνεργασία με τους Α.Ζάννο και Π. Τσολάκη. Είχε προηγηθεί το πρώτο βραβείο σε αρχιτεκτονικό διαγωνισμό για την Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (1965),  έργο το οποίο εντάσσεται σε ένα σύνολο μελετών  και πραγματοποιήσεων εκπαιδευτικών μονάδων από το 1957 και μετά. Η Θεολογική Σχολή έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ως κτίριο συμβολισμού του αρχιτεκτονήματος και της σύνδεσής του με την εκκλησιαστική αρχιτεκτονική στο πλαίσιο του μοντερνισμού. Το κοινό στοιχείο  των δύο συγκροτημάτων είναι η προσπάθεια ανάδειξης χώρων «κοινωνικής λειτουργίας», επικοινωνίας και συνύπαρξης της πανεπιστημιακής κοινότητας , η «πλατεία-αγορά»  των κοινοτικών κέντρων  του Δεσποτόπουλου[2]. Είναι εμφανής επομένως η επιρροή του δασκάλου τους Ι. Δεσποτόπουλου ο οποίος  αναφερόταν στο γραμμικό κοινωνικό
«Είσοδος Φιλοσοφικής Σχολής»

«Εικόνες από το αίθριο Φιλοσοφικής Σχολής»







κέντρο  της βυζαντινής Κωνσταντινούπολης και  μέσω της χρήσης διαδοχικών αίθριων  που συνδέονται μεταξύ τους με ένα κοινόχρηστο δρόμο-πορεία, γραμμικής ή τεθλασμένης διάταξης , γύρω από τον οποίο αρθρώνονται οι υπόλοιποι χώροι.
Η σύνθεση των όγκων της Φιλοσοφικής Σχολής τελικώς δεν είχε το επιθυμητό αποτέλεσμα, λόγω του περιορισμένου γηπέδου  και της αυστηρά φονξιοναλιστικής μορφολογίας ενός πολυώροφου κτιρίου. Για παράδειγμα το αίθριο της Φιλοσοφικής μοιάζει να πνίγει τον θεατή με τους ψηλούς γκρίζους όγκους που υψώνο-νται από πάνω του και τον περιορισμένο φωτισμό από το πλέγμα των γυάλινου ταβανιού.  Έχει παρομοιαστεί αρκετές φορές από τους ίδιους τους φοιτητές και όχι άδικα ως κτήριο γκαράζ. Αντιθέτως αυτή η ιδέα υλοποιήθηκε με μεγαλύτερη επιτυχία στο κτήριο του Νομικού Τμήματος  του Πανεπιστημίου Θράκης, στην Κομοτηνή (μελέτη 1986 , ολοκλήρωση κατασκευής 2002). Το σύνολο των κοινόχρηστων χώρων καλύπτεται από ένα δίχτυ διαφώτιστων γυάλινων πυραμίδων εδραζόμενων πάνω σε ένα τετράγωνο πλέγμα μπετονένιων δοκών.[3]
Η Μοντέρνα αρχιτεκτονική έχει κατηγορηθεί ότι ενίοτε κατασκευάζει τόπους αβίωτους, αφιλόξενους και ψυχρούς.  Ανατρέχοντας στον ορισμό του Le Corbusier για την αρχιτεκτονική  («Αρχιτεκτονική είναι το ειδήμων , ορθό και υπέροχο παιχνίδι των όγκων διατεταγμένων κάτω απ’ το φως»), θα ήθελα να επισημάνω δύο χαρακτηριστικά που έχουν σημασία στο αρχιτεκτονικό συγκρότημα της Φιλοσοφικής Σχολής. Αυτά είναι η γεωμετρία και το φώς , δηλαδή η πρόσληψη του έργου από το βλέμμα που οδηγεί στην απόλαυση του θεατή καθώς και σε συμπλέγματα εντυπώσεων μέσω των αισθήσεων.  Η γεωμετρία  που μπορεί να λειτουργεί και ως πηγή πνευματικής και αισθητικής απόλαυσης, σίγουρα μπορεί να κάνει πολλά πράγματα, και ακόμα σίγουρα όμως, δεν μπορεί να κάνει τα πάντα. [4] 
Όσον αφορά την διαχείριση του φωτός, σε αρκετά σημεία στους διαιδαλώδεις διαδρόμους του
«Όγκοι  μπετόν που θυμίζουν υπόγειο γκαράζ» Ε.Κ.Π.Α.
«Νομικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Θράκης, στην Κομοτηνή, το αίθριο»

αρχιτεκτονήματος  επικρατεί συσκότιση  όταν ο πρόσθετος φωτισμός με λάμπες φθορίου δεν λειτουργεί. Σήμερα η κατάσταση είναι απογοητευτική όταν για λόγους οικονομίας του ιδρύματος έκλεισαν τους περισσότερους  διακόπτες όπως αναφέρθηκε σε άρθρου του ημερήσιου τύπου .  Οι γυάλινοι  κάνναβοι της οροφής αποτελούν την  βασική πηγή φωτός.
Αν λοιπόν μια κατασκευή είναι επιτυχημένη ή όχι δεν εξαρτάται μόνον από τους υπολογισμούς της αντοχής που την έκαμαν να στέκεται, αλλά και από την αρχιτεκτονική της διαμόρφωση που την προσάρμοσε στις ανάγκες του ανθρώπου έτσι, ώστε να ανταποκρίνεται στις λειτουργίες της ζωής  και να τον ευχαριστεί που την βλέπει, λέει ο Π.Α.Μιχελής  στην Αισθητική του Μπετόν Αρμέ.[5] Κατά τόπους βέβαια τα ανοίγματα των τοίχων δημιουργούν ένα παιχνίδισμα με το φως αλλά η γενική αίσθηση  έλλειψης φωτός εξουδετερώνει κάθε καλλιτεχνικό επίτευγμα.
Για παράδειγμα το παραπάνω άνοιγμα του τοίχου που επιτρέπει να περάσουν ακτίνες φωτός από διπλανή αίθουσα ελαφρώνει κάπως τον σκοτεινό πέρασμα με την βαριά καθετότητα των τυπωμάτων του σκυροδέματος.
Όταν το υλικό κατασκευής είναι εμφανές σπάνια σε αρχιτεκτονήματα γίνεται ευχάριστο. Το μπετόν χύνεται σε εργοτάξιο σε καλούπια κατά κανόνα ξύλινα τα  οποία είναι η μήτρα του έργου. Όταν αφαιρεθούν τα ξύλα αποκαλύπτεται το θετικό σχήμα σύμφωνα με την εκτυπω-τική μέθοδο κατασκευής. Ολόκληρο το κτίριο αποκα-λύπτει τους αρμούς των καλουπιών χαρακτηριστικό γνώρισμα της μοντέρνας αρχιτεκτονικής  κάνοντας τέχνη από ευτελή υλικά βασισμένη στις αρχές της λειτουργι-κότητας και της απλότητας. Κατά την άποψή μου  όμως, ένα πανεπιστημιακό κτήριο εν λειτουργία , ένα μαιευτήριο « άτοικτων»  γνώσεων, ένας χώρος συγκέντρωσης και περισυλλογής θα πρέπει να  ακτινοβολεί   και όχι να συσκοτίζει.








Ο ρόλος του χρώματος στις  αρχιτεκτονικές δομές  και οι χρωματικές επιλογές στην Φιλοσοφική Αθηνών
Το κτήριο της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών χαρα-κτηρίζεται από μία μονοτονία γκρίζων όγκων που είναι και το δεσπόζων χρώμα της σύνθεσής του αλλά και από διάφορους τόνους των τριών βασικών χρωμάτων (κόκκινο, κίτρινο , μπλε )με την μορφή πινελιών αντίθετης χρωματικότητας από το κυρίως  χρώμα. Είναι προφανής η επίδραση των  υποστηρικτών του κινήματος του De Stijl  και κυρίως του Le Corbusier ο οποίος είχε ιδιαίτερες σχέσεις με την Ελλάδα ήδη από το πρώτο του ταξείδι στα 1911. Αν αντιπαραθέσουμε την  γνωστή πολυκατοικία της Μασσαλίας , οι ομοιότητες στις χρωματικές επιλογές είναι προφανείς.

 
« Η Οικιστική Μονάδα (Unite d’ habitation) LE CORBUSIER»

 
«Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, Πανεπιστημιούπολη Ζωγράφου,1982-1987, Λάζαρος Καλυβίτης-Γεώργιος Λεονάρδος σε συνεργασία με τον Α.Ζάννο και Π.Τσολάκη»

 
«Εικόνα της εισόδου της Φιλοσοφικής»

 
«Εξωτερική όψη της Φολοσοφικής»
 
«Εικόνα εσωτερικής εισόδου.»


Οι χρωματικές επιλογές του Le Corbusier επαναλαμβάνονται και σε εσωτερικούς χώρους για να διαχωρίσει επιφάνειες  ή  λειτουργίες μεταξύ τους περισσότερο παρά σαν ένα οργανικό συστατικό της φόρμας [6]. Τα τρία βασικά χρώματα[7]  έχουν ένα ρόλο στην σύνθεση του εσωτερικού χώρου όπως μας πληροφορεί ο πίνακας του Heinrich Frieling. Συγκεκριμένα το κόκκινο που απαντάται κυρίως στο πάτωμα της Φιλοσοφικής  έχει χαρακτήρα επιδεικτικό, το κίτρινο που απαντάται σε λεπτομέρειες του τοίχου έχει προτρεπτικό ως και διεγερτικό περιεχόμενο , ενώ το βαθύ μπλε σε μεγάλες επιφάνειες των τοίχων τους διακρίνει από τα επιμέρους στοιχεία. [8] Το βαθύ μπλε επίσης  δημιουργεί την εντύπωση της ευρύτητας του χώρου όπως για παράδειγμα στην εικόνα 2  σε ένα στενό πέρασμα της εισόδου.Το χρώμα έχει την μεγαλύτερη ψυχολογική επιρροή πάνω στον άνθρωπο σε ένα κτήριο απ’ ότι σε ένα ζωγραφικό έργο γιατί  βιώνεται ασταμάτητα, συνειδητά και ασυνείδητα[9] επομένως θα πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη  προσοχή  από τους αρχιτέκτονες ιδιαίτερα δημοσίων κτιρίων .

Η επιρροή του Le Corbusier   και το μεταμοντέρνο κίνημα
             Το μοντέρνο κίνημα εμφανίζεται πρώιμα κατά την δεκαετία του ’30.Ακολουθεί μία περίοδος οπισθοχώρησης (μεταξική δικτατορία, πόλεμος, κατοχή, εμφύλιος)  για να επανέλθει σε μία περίοδο ανθοφορίας κατά την δεκαετία του  ’50. Ο Μοντερνισμός εμφανίζεται ως  αντίδραση στον ακαδημαϊσμό σε αντίστοιχη διαδικασία με το κίνημα του Μεταμοντέρνου το οποίο εισάγεται ως μέσο ανανέωσης της αρχιτεκτονικής έκφρασης καταγγέλωντας το φονξιοναλιστικό δόγμα και αφομοιώνοντας στοιχεία ιστορικών ρυθμών. Ο Πικιώνης υπήρξε πρόδρομος 
«Δυναμικές φόρμες στη βίλα La Roche   LE CORBUSIER»
«Φιλοσοφική Σχολή εικόνα από το εσωτερικό»
«φιλοσοφική Σχολή, η τριλογία των χρωμάτων εικόνα σαν πίνακας του Modrian»

εκφραστής μεταμοντέρνων ιδεών: «δεν αγαπά κανείς μια γυναίκα για την καλή λειτουργία των σπλάχνων της»  έλεγε στους μαθητές του[10]  συνδέοντας πάντα την αρχιτεκτονική  με τις παραδόσεις του τόπου, την ιστορία  και την τοπικότητα. Μετά την δεκαετία του 1960 επικρατεί το Μεταμοντέρνο Κίνημα στην Ελλάδα στο οποίο εντάσσεται και το συγκρότημα της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών.













                    


[1] Παναγιώτης Τσακόπουλος, Αναγνώσεις της Ελληνικής Μεταπολεμικής Αρχιτεκτονικής, εκδόσεις Καλειδοσκόπιο, Αθήνα 2014, σελ.363
[2] Ο.π. σελ367
[3] Ο.π. σελ 369
[4] Νίκος Σιδέρης, Αρχιτεκτονική και Ψυχανάλυση: φαντασία και κατασκευή, 2006, εκδόσεις Futura, σελ 94
[5] Π.Α.Μιχελή, Η αισθητική του μπετόν αρμέ, μια συγκρητική μορφολογία και ρυθμολογία, Ίδρυμα Παναγιώτη και Έφης Μιχελή, Αθήνα 1990,  πρόλογος
[6] Θεανώ Φάννυ Τόσκα, Αρχιτεκτονικό Χρώμα, θεωρία και Σχεδιαασμός, Εκδοτικός Οίκος Αδελφών Κυριακίδη Α.Ε., 2008,2012  σελ.20-21
[7] Σύμφωνα με την Φαίη Ζήκα σε άρθρο της στο περιοδικό Cogito, τεύχος 2 και σελίδες 52-53 τα βασικά χρώματα κόκκινο, κίτρινο, μπλε αφορούν μόνο την ζωγραφική καθώς από αυτά παράγονται τα υπόλοιπα. Στην φυσική τα βασικά χρώματα είναι το κόκκινο, πράσινο, μπλε
[8] Ο.π. σελ.99
[9] Ο.π.111
[10] Σάββας Κονταράτος, Δοκίμια Αρχιτεκτονικής, πρότυπα, συμβολισμοί και αναιρέσεις στην νεότερη εποχή,Αθήνα 2009, εκδ.Libro, σελ 344

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου